Η μίμηση του Χριστού μετά την έλευση του Θεανθρώπου στον κόσμο μας, δεν είναι πλέον μόνο εφικτή αλλά και επιτακτική: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς κἀγώ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 11,1) είναι η Παύλεια εντολή προς όλους. Γιατί απλά, μιμούμενοι τον απόστολο, μιμούμαστε τον Χριστό, την διδασκαλία και τον τρόπο ζωής Του.
Όμως, τα διακριτά όρια αυτής της κατά Χριστόν μίμησης εσωκλείουν την δεδομένη για τον χριστιανικό κόσμο αγάπη προς τον συνάνθρωπο, το ενδιαφέρον για την σωτηρία του, την φιλανθρωπία σε όλες τις διαστάσεις της. «Πῶς ἐγένου Χριστοῦ μιμητής; Πάντα πᾶσιν ἀρέσκων, καί μή ζητῶν τό ἐμαυτοῦ συμφέρον, ἀλλά τό τῶν πολλῶν, ἵνα σωθῶσι. Καί οὐδέν οὕτω γνώρισμα καί χαρακτήρ γένοιτ’ ἄν τοῦ πιστοῦ καί τοῦ Χριστοῦ φιλοῦντος, ὡς τό τῶν ἀδελφῶν κήδεσθαι, καί τῆς σωτηρίας ἐπιμελεῖσθαι τῆς ἐκείνων» (Χρυστοστόμου, Λόγος ἕκτος, Εἰς τόν μακάριον Φιλογόνιον), θα σημειώσει ο Ιερός Χρυσόστομος, θεωρώντας «την φροντίδα των αδελφών και την μέριμνα για την σωτηρία τους» ως γνώρισμα και χαρακτηριστικό των πιστών που αγαπούν πραγματικά τον Χριστό.

Όταν έτσι ξεκινά κανείς την διακονία του στον κόσμο αυτόν της Ιεραποστολής, ξέρει πολύ καλά ότι στον δρόμο αυτό θα συναντήσει δυσκολίες. Ξέρει ότι πρέπει να κάνει θυσίες, ότι πρέπει να χάσει ίσως ένα κομμάτι από τον εαυτό του, για να κερδίσει την αγάπη και την σωτηρία των αδελφών του. Ξέρει όμως παράλληλα πολύ καλά και το ότι ένας πατέρας και ειδικά ο μεγάλος Πατέρας μας, γνωρίζει ότι είμαστε πολύ αδύναμοι. Γι’ αυτό και έχουμε ανάγκη από αυτό το ουράνιό Του χέρι, το οποίο θα μας χαριστεί ως αντιστήριγμα στον αγώνα μας για να χαρίσουμε το δικό μας με την σειρά μας, εκεί όπου υπάρχει ανάγκη πραγματικά.
Έτσι, δεν μπορείς, όσο και αν προσπαθείς, να αρνηθείς στα παιδικά χεράκια που απλώνονται προς το μέρος σου, να απλώσεις κι εσύ το δικό σου και να δώσεις έστω και το ελάχιστο εκείνο βοήθημά σου, για να απαλύνεις, έστω και λίγο, τον πόνο των αθώων εκείνων υπάρξεων που η άδικη τύχη τις εκτόπισε στα αστικά κέντρα του Ανατολικού Κονγκό, κυρίως δε της πόλης μας της Μπούνιας. Κι αυτό για να αφεθεί η ύπαιθρος στο έλεος της μοίρας της και των μεγάλων του κόσμου. Είναι τα παιδιά των προσφυγικών μας δομών. Παιδιά ως επί το πλείστον χωρίς γονείς η με γονείς που είναι ανήμποροι να τους προσφέρουν οτιδήποτε, λόγω της φτώχειας και της δεινής εν γένει κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει.

Αν θέλει κανείς να νιώσει τον πόνο τους, ας σκεφτεί ότι αυτά είναι τα δικά του παιδιά. Κι εμείς οι γονείς τους, ανήμποροι να προσφέρουμε οτιδήποτε στην πείνα, στην αρρώστια, στην μόρφωση, στις ανάγκες τους.
Μα όμως εμείς είμαστε αυτοί που όντως, αδελφοί μου, μπορούμε…
Είναι ένα από τα όνειρα που έχω κάνει πολλές φορές, να προσπαθήσω να παρηγορήσω τον πόνο αυτών των παιδιών της Μπούνιας. Αγαπητοί μου αδελφοί, όποιος έχει την δυνατότητα, ας μην διστάσει να στηρίξει το έργο αυτό, για να μπορέσουμε μαζί να χτίσουμε ένα κτίριο, όπου θα ετοιμάζουμε και θα διανέμουμε ένα βασικό συσσίτιο, για να απαλύνουμε τον πόνο αυτών των παιδιών. Όποιοι θέλουν να στηρίξουν την προσπάθεια, παρακαλώ ας έλθουν σε επικοινωνία με τον Ιεραποστολικό Σύνδεσμο «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός», ο οποίος στέκεται κοντά μας όλα αυτά τα δεκαπέντε χρόνια διακονίας μας στην Αφρική.
Σας εύχομαι, μαζί με τον κόσμο που υπηρετούμε, καλή και ευλογημένη Σαρακοστή των Χριστουγέννων, γεμάτη χαρά και υγεία για εσάς και τις οικογένειές σας.
† Ο Μπούνιας, Κισανγκάνι & Ανατολικού Κονγκό Πολύκαρπος